Τενοντίτιδα Αχιλλείου
Γενικά: Ο Αχίλλειος τένοντας είναι ο μεγαλύτερος τένοντας του σώματος. Συνδέει τους μυς της γάμπας με την πτέρνα και βοηθάει στην ορθοστάτηση, την βάδιση, το τρέξιμο και την αναρρίχηση σκάλας. Η υπέρχρηση του μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό και φλεγμονή, με συνέπεια την εμφάνιση τενοντίτιδας.
Αίτια: Η τενοντίτιδα του Αχιλλείου είναι σχεδόν πάντοτε αποτέλεσμα υπέρχρησης. Εμφανίζεται όταν αυξήσει απότομα κανείς την απόσταση που βαδίζει ή τρέχει καθημερινά, σε δρομείς που δεν φορούν κατάλληλα παπούτσια ή που τρέχουν σε σκληρές επιφάνειες, σε αθλητές που κάνουν πολλά άλματα (μπάσκετ, βόλλευ) καθώς και όταν αυξάνει το σωματικό βάρος.
Συμπτώματα: Ο πόνος στην περιοχή του Αχιλλείου και της πτέρνας είναι το πιο συνηθισμένο σύμπτωμα. Σε πιο προχωρημένες καταστάσεις, μπορεί να συνοδεύεται από οίδημα και ερυθρότητα. Σε χρόνιες τενοντίτιδες μπορεί να εμφανιστεί ένα οστικό εξόγκωμα στην βάση του Αχιλλείου, το οποίο ερεθίζεται όταν φοράει κανείς σκληρά παπούτσια.
Διάγνωση: Η κλινική εξέταση και ο μυοσκελετικός υπέρηχος μπορούν να θέσουν την διάγνωση με ασφάλεια. Μπορεί να ζητηθούν ακτινογραφίες αν έχει εμφανιστεί κάποιο οστικό εξόγκωμα. Η μαγνητική έχει ένδειξη μόνο αν υπάρχει υποψία ρήξης του Αχιλλείου τένοντα.
Θεραπεία: Το πιο σημαντικό βήμα για την θεραπεία της τενοντίτιδας Αχιλλείου είναι η ανάπαυση. Στην οξεία φάση θα πρέπει να διακόπτονται οι δραστηριότητες που καταπονούν τον τένοντα. Η εφαρμογή πάγου και η λήψη αντιφλεγμονώδους αγωγής αποτελούν την πρώτη γραμμή θεραπείας. Αν ο πόνος είναι ιδιαίτερα οξύς, προτείνεται η χρήση κάποιου πέλματος σιλικόνης ή ακόμα και νάρθηκα για λίγες μέρες. Η φυσιοθεραπεία συνήθως ακολουθεί την φαρμακευτική αγωγή προκειμένου να αποκατασταθεί ο τένοντας μετά την φλεγμονή που υπέστη. Η χρήση κρουστικού υπερήχου κατά την φυσιοθεραπεία είναι αρκετά αποτελεσματική, ιδίως όταν υπάρχει κάποιο οστικό εξόγκωμα. Η ενέσιμη θεραπεία γενικά εφαρμόζεται όταν αποτύχει η συντηρητική αντιμετώπιση ή όταν συνυπάρχει κάποια μικρή ρήξη του τένοντα. Η κορτιζόνη αποφεύγεται, καθώς μπορεί να προκαλέσει ολική ρήξη του τένοντα. Η χρήση αυτόλογων αιμοπετάλιων (PRP) δεν έχει επιπλοκές και επισπεύδει την επούλωση και αποκατάσταση του τένοντα. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και εφ’ όσον εξαντλήσει κανείς την συντηρητική αντιμετώπιση, μπορεί να χρειαστεί χειρουργική αντιμετώπιση. Με την επέμβαση γίνεται χειρουργικός καθαρισμός από την φλεγμονή και αφαιρούνται τυχόν οστικά εξογκώματα. Ο ασθενής φοράει νάρθηκα ποδοκνημικής (μπότα) για περίπου 2 εβδομάδες. Η αποκατάσταση ξεκινάει άμεσα και η διάρκεια της εξαρτάται από το μέγεθος της βλάβης που επιδιορθώθηκε, συνήθως 3 – 4 εβδομάδες.